Η λέξη παξιμάδι ή αλλιώς παξαμάς, προέρχεται από το όνομα του Πάξαμο, ο οποίος ήταν γαστρονομικός συγγραφέας της ρωμαικής περιόδου. Οι αρχαίοι ονόμαζαν το παξιμάδι ”διπύρηττος άρτος”, καθώς είναι ένα είδος ψωμιού το οποίο ψήνεται δύο φορές και ξερένεται, γίνεται σκληρό.
Το παξιμάδι, συνήθως καταναωνόταν από τις φτωχότερες τάξεις, οι οποίες δεν μπορούσαν να έχουν φρέσκο ψωμί κάθε μέρα. Λόγο αυτού, φούρνιζαν το περισσευούμενο ψωμί σε χαμηλή θερμοκρασία ώστε να αποβάλει την υγρασία του και να μπορεί να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Λόγο του ότι μπορούσε να διατηρηθεί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, αποτελούσε ένα από τα κύρια φαγητά των κρητικών οικογενειών.
Το παξιμάδι μπορεί να δημιουργηθεί από διάφορές ποικιλίες αλευριού. Κάποια από τα είδη είναι τα παρακάτω:
Κριθαρένιο: πρόκειται για το πλέον διαδεδομένο παξιμάδι, παρασκευασμένο από κρίθινο αλεύρι ολικής αλέσεως.
Σικάλεως: από αλεύρι σίκαλης με πολλά θρεπτικά συστατικά και φυτικές είναι.
Σταρένιο: από σταρένιο αλεύρι, θυμίζει πολύ το ψωμί
Εφτάζυμο (επτάζυμο): πρόκειται για ιδιαίτερη κατηγορία παξιμαδιού που αποτελείται από σταρένιο αλεύρι και αλεύρι ρεβιθιού αντί για μαγιά ή προζύμι.
Σφακιανό παξιμάδι: σταρένιο παξιμάδι, κομμένο σε μπουκιές και πασπαλισμένο με λευκό και μαύρο σουσάμι.
Μιγάδι: κρίθινο αλεύρι μαζί με σταρένιο σε ίση ποσότητα
Στην Κρήτη συναντάμε και τις εξής μορφές παξιμαδιού:
- Κουλούρες, πρόκειται για στρογγυλά παξιμάδια που απαρτίζονται από δύο μέρη,
- Ντάκος, οι χοντρές μεγάλες φέτες.
- Ντακάκια, είναι μικρές φέτες σε μορφή μπουκιάς.
Ο πιο γνωστός τρόπος να φας ένα παξιμάδι είναι να το βρέξεις με λίγο νερό για να μαλακώσει, και να του βάλεις πάνω ψιλοκομμένη ντομάτα, ελιές, ρήγανη ή κάπαρη, ξινομυζήθρα και λίγο λάδι.
Λόγω της διατροφικής του αξίας, με τις φυτικές ίνες, τους υδατάνθρακες και τις βιταμίνες το παξιμάδι έχει γίνει μια από τις αγαπημένες τροφές των ανθρώπων που τρέφονται υγιεινά όχι μόνο στην Κρήτη αλλά και σε όλο τον κόσμο.