Είναι ένα από τα σημαντικότερα παραδοσιακά αλκοολούχα ποτά της Κρήτης και γενικότερα της Ελλάδας.

Ένα κομμάτι της ιστορίας αναφέρει ότι η παραγωγή τσικουδιάς αναπτύχτηκε κατά την Οθωμανική κυριαρχία. Σύμφωνα με το Κοράνι, το κρασί απαγορεύεται, έτσι οι άνθρωποι έπρεπε να βρουν ένα τρόπο μεταποίησης του κρασιού.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οι ρακιτζήδες πρόσφυγες αναζήτησαν μια νέα ευκαιρία για δουλειά και επιβίωση στον ελλαδικό χώρο κι έτσι η τέχνη τους άρχισε να εξαπλώνεται.

Η λέξη τσικουδιά προέρχεται από την λέξη τσίκουδο που στη Κρητική διάλεκτο σημαίνει σταφύλι. Η παραγωγή τσικουδιάς εντοπίζεται στην Αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα με έρευνες, η ρακή χρησιμοποιούταν ως φαρμακευτικό σκεύασμα ενώ οι Αλχημιστές του Μεσαίωνα προσπαθούσαν να βρουν το ελιξίριο της ζωής με βάση τη ρακή.

Η ρακή είναι ένα αγνό ποτό, καθώς δεν περιέχει χρωστικές ουσίες και βιομηχανικές αλκοόλες. Περιέχει χαλαρωτικές και αγχολυτικές ιδιότητες με αποτέλεσμα να ηρεμεί το πνεύμα και το σώμα. Ωστόσο είναι ένα δυνατό ποτό, με περιεκτικότατα σε αλκοόλ 37%, οπότε χρειάζεται και μέτρο. Καταναλώνοντας τη ρακή με μέτρο τα οφέλη για την υγεία είναι τα εξής: βοηθάει στην αρτηριακή πίεση, έχει αντιμικροβιακή δράση, περιορίζει τα καρδιαγγειακά προβλήματα και έχει αντιπηκτική δράση.  Η ρακή συνήθως καταναλώνεται, κρύα, μπορεί όμως να αποτελέσει ένα ιδιαίτερο ζεστό ποτό για το χειμώνα. Ζεσταίνοντας την τσικουδιά και προσθέτοντας μέλι, κανέλα ή πιπέρι, δημιουργούμε το γνωστό ρακόμελο,  το οποίο βοηθάει να ζεσταθούμε.

Στην σύγχρονη ιστορία, γίνονται αναφορές για το Άγιο Όρος, ως τόπος έναρξης της τσικουδιάς, η οποία ύστερα διαδόθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα επί τουρκοκρατίας.

Κάθε φθινόπωρο μετά τη σοδειά του σταφυλιού διοργανώνονται  διάφοροι εορτασμοί. Η οικιακή απόσταξη αλκοολούχων ποτών δεν είναι νόμιμη. Η παραδοσιακή απόσταξη σε «καζάνια» όπως συναντιέται σήμερα γίνεται σε χώρους όπου υπάρχει άδεια από το κράτος. Το έθιμο του ρακοκάζανου θεσμοθετήθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1920. Τότε δόθηκε η άδεια στους αγρότες και η οικονομική ενίσχυση για την παραγωγή της τσικουδιάςΤο 1988,ορίστηκαν οι προδιαγραφές για το απόσταγμα και η βιομηχανική του παραγωγή και η τσικουδιά παράγεται μόνο από καζανάρηδες που έχουν στην κατοχή τους αποστακτήρες.

Το ρακοκάζανο δεν είναι τόσο η οικονομική δραστηριότητα που το κάνει σημαντικό, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο και παράδοση. Γύρω από ένα καζάνι μπορούν να βρεθούν από 2 έως 100 άτομα. Δημιουργείτε ένα ολόκληρο  γλέντι όπου οι καλεσμένοι κάνουν την παρουσία τους οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας. Μαντινάδες, χοροί, ερασιτέχνες μουσικοί…. συνθέτουν αυτή την όμορφη και ιδιαίτερη γιορτή της Ρακής.

Η ρακή είναι ένα σημείο αναφοράς για την Κρήτη. Σε κάθε τραπέζι κυριαρχεί και συντροφεύει τόσο τη χαρά όσο και τη λύπη. Κάθε επισκέπτης θα κεραστεί κατά  το καλωσόρισμα στο νησί. Για πολλούς είναι ένδειξη φιλίας και σεβασμού, όπως και εργαλείο επικοινωνίας. Για την τσικουδιά έχουν γραφτεί άπειρες μαντινάδες.

Γιαντα δεν πίνεις μια ρακή τον πόνο να ξεχάσεις

και απο τσι Κρήτης τη χαρα να πιείς να ξεδιψάσεις.

Στην υπόλοιπη Ελλάδα, η ρακή κυκλοφορεί ατόφια ή με κάποιες παραλλαγές όπως είναι το τσίπουρο. Οι διαφορές τους είναι ότι το τσίπουρο είναι παράγωγο διπλής απόσταξης ενώ η τσικουδιά μονής. Κατά την δεύτερη απόσταξη προστίθενται στο ποτό γλυκάνισο ή άλλα αρωματικά και δημιουργείται το τσίπουρο.

Διαδικασία Παραγωγής της Ρακής.

Στις αρχές του Φθινοπώρου ξεκινάει η διαδικασία της παραγωγής. Γίνεται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Το καζάνι που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί είναι ποικίλων διαστάσεων και αποτελείται από τρία τμήματα. Τη βάση ή τσουκάλι, το καπάκι και το σωλήνα που μεταφέρεται ο ατμός. Τα σταφύλια μετά το πάτημα φυλάσσονται για 40 μέρες σε βαρέλια όπου γίνεται η ζύμωση. Έπειτα τοποθετούνται στο καζάνι μαζί με νερό. Οι παραγωγοί ανάβουν τη φωτιά και αρχίζουν να το σιγοβράζουν. Το οινόπνευμα που έχουν στα σταφύλια εξατμίζεται λόγω των υψηλών σακχάρων. Ο ατμός κυκλοφορεί στο σωλήνα, ο οποίος ξεκινάει από το καζάνι. Εξωτερικά του σωλήνα κυκλοφορεί κρύο νερό που ψύχει και υγροποιεί τον ατμό, ο οποίος καταλήγει σε ένα πήλινο κιούπι. Ο ρυθμός της διαδικασίας αυτής πρέπει να έιναι πολύ αργός και σταθερός.

Ο παραγωγός μετράει τους βαθμούς του αποστάγματος και αναλόγως προσθέτει νερό. Όταν οι βαθμοί του ποτού κατέβουν στο επιθυμητό επίπεδο, το καζάνι ολοκληρώνεται. Οι βαθμοί περίπου κυμαίνονται στους 18.

Με ψήφισμα στην ΕΟΚ το 1989 (αρ. 1576/89) για τα οινοπνευματώδη ποτά κατοχυρώθηκαν τα εξής ονόματα από την Ελλάδα και την Τουρκία. Η Τουρκία καταχώρησε το όνομα «raki» και η Ελλάδα το όνομα τσικουδιά Κρήτης, τσίπουρο Τυρνάβου, τσίπουρο Μακεδονίας και τσίπουρο Θεσσαλίας κ.α.