Οδυσσέας Ελύτης

Το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλης. Γεννήθηκε στις 2 Νομεβρίου 1911 στο Ηράκλειο Κρήτης. Ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του ’30. Ήταν ο δεύτερος Έλληνας ποιητής , ο οποίος βραβεύτηκε με  Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πολλά έργα του μελοποιήθηκαν ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, ο Ήλιος ο πρώτος και Το Μονόγραμμα.

Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Έργων Τέχνης και της Ευρωπαικής Εταιρίας Κριτικής, αντιπρόσωπος στις Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura της Ρώμης. Το 1930 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας και συμμετείχε στην Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα του πανεπηστημίου εκπροσωπόντας τους φοιτητές, συμμετέχοντας στα <<Συμπόσια του Σαββάτου>>.

Το περιοδικό Νέα Γράμματα, το οποίο απαρτιζόταν από παλιούς και νεότερους ποιητές, έφερε στην Ελλάδα τις σύγχρονες δυτικές καλλιτεχνικές τάσεις και μύησε το αναγνωστικό κοινό στους νεότερους ποιητές. Ενώ ο Ελύτης, αμφιταλατευόταν για το αν έπρεπε να δημοσιευθεί το έργο του, κάποιοι συναφελφοί του και πιστοί του φίλοι , πήραν την πρωτοβουλία να το δημοσιεύσουν στο περιοδικό με το ψευδώνυμο Οδυσσέας Βρανάς. Αργότερα και ο ίδιος αποφάσισε να δημοσιεύει τα έργα του ως Οδυσσέας Ελύτης.

Ο Οδυσσέας Ελύτης σύμμετείχε στο πόλεμο του 1940, κατατάχθηκε ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Στρατηγείου. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, συνέχισε το έργο του, επηρεασμένος από τις καταστάσεις του πολέμου. Δεν θα μπορούσε να χαρακτηρηστεί ως πολιτικός ποιητής.Σπάνια στα έργα του ανέφερε τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Κύρια θέματα των ποημάτων του ήταν η αγάπη για τον Ελληνισμό και την ορθόδοξη παράδοση.Τα κύρια χαρακτηριστικά της ποίησης του Ελύτη είναι ο πλούτος της γλώσσας, η διεισδυτική του αντίληψη για τον κόσμο και η πολυσημία των λέξεων.

Το 1948 μετακόμισε στην Ελβετία, οπού εκεί παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας στη Σορβόνη.Το 1952 επέστρεψε στην Ελλάδα και έγινε μέλος της «Ομάδας των Δώδεκα», που κάθε χρόνο απένειμε βραβεία λογοτεχνίας. Το 1953 ανέλαβε και πάλι τη Διεύθυνση Προγράμματος της Ε.Ι.Ρ(Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) και στο τέλος του ίδιου έτους έγινε μέλος της Ευρωπαικής Εταιρίας Πολιτισμού στη Βενετία και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του θεάτρου Κάρολος Κουν.Το 1961 πρωτοσυνεργάστηκε με τον Μίκη Θεοδοράκη και το 1964 μελοποιήσαν το Αξιον Εστί. Το 1978 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπηστημίου και το 1979 βραβεύτηκε με το Νομπελ.

Ύστερα, ακολούθησαν τιμητικές διακρίσεις εκτός και εντός Ελλάδος, όπως η ίδρυση έδρας νεολληνικών σπουδών στο πανεπηστήμιο Rutgers του Νιου Τζερσει και η αναγόρευση του ώς επίτιμος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης.

Πέθανε στις 18 Μαρτίου 1966 από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα.

Ένα από τα αποφθέγματά του: ”Θέλουμε δε θέλουμε, είμαστε όλοι μας δέσμιοι μιας ευτυχίας, που από δικό μας λάθος αποστερούμαστε”